Γυρνώντας το νου πίσω στο 1976....

 

Μου ήλθε ο διορισμός μου, χάρηκα, αλλά τι είναι τούτο το πράγμα, το ΚΕΕΦ (Κρατικό Εργαστήριο Ελέγχου Φαρμάκων), μα εγώ έχω τελειώσει την Μεγάλη του Έθνους Σχολή, τη Νομική Αθηνών και το μόνο που ξέρω από φάρμακα είναι η Ασπιρίνη. Τέλος πάντων, αφού είναι στο Κέντρο, στο Σύνταγμα, θα πάω.

 

Την ίδια άποψη είχε και ένας κύριος, χοντρός και κόκκινος, Διευθυντής. Μου λέει «τι θέλεις εδώ παιδάκι μου από τη Νομική;» Τι να του πω, είχε δίκιο. Αλλά ήθελα δουλειά.

 

Έτσι έγινε η ορκωμοσία μου και άρχισα να δουλεύω. Αγωνία το πρωί μην αργήσουμε 1 λεπτό, αλλά 1 το μεσημέρι ελεύθερα πουλιά (και με μισθό). Δουλεύαμε και το Σάββατο. Κάποτε το Σάββατο έγινε αργία, δεν θυμάμαι πότε, αλλά πολύ μετά και το γιορτάσαμε, νιώσαμε Ευρωπαίοι (τρομάρα μας).

 

Απέκτησα φίλες και φίλους πολλούς, άρχισα σιγά-σιγά να καταλαβαίνω τι περίπου έκανε αυτό το ΚΕΕΦ και, με αντίξοες συνθήκες για τα σημερινά δεδομένα, δουλεύαμε. Δεν θα ξεχάσω τον πολύγραφο και τις μεμβράνες. Κάπου θα υπάρχει σε κάποιο Μουσείο το είδος αυτό τώρα.

 

Σιγά-σιγά, όλες, μια-μια από τα φλερτ περάσαμε σε πιο σοβαρά πράγματα - αρραβώνες, γάμους, γεννητούρια, σχολεία. Άπειρες συζητήσεις στον πρωινό καφέ για σχολεία, αρρώστιες παιδικές, έξυπνα και χαζά παιδάκια, βάσανα και οικογενειακά βάρη, τόσο γλυκά όμως και τόσο όμορφα.

 

Το χειμώνα κρύο και το καλοκαίρι ζέστη. Η μάχη της σόμπας και του ανεμιστήρα εναλλάσσονται και τα χρόνια περνούν ώσπου κάποια στιγμή αποκτούμε ένα θαυμάσιο κτίριο, αλλά μακριά. Πάει η Ερμού, με πόνο την αποχωριστήκαμε. Που το βρήκαν αυτό και πως πάνε εκεί; Έχει ο Θεός σκέφτηκα και πραγματικά σε όλα υπάρχουν λύσεις.

 

Πέρασαν Πρόεδροι και Αντιπρόεδροι και Διευθυντές. Ο καθένας με ιδέες φοβερές για τον ΕΟΦ. Α, ναι, ξέχασα, γίναμε και Εθνικός Οργανισμός Φαρμάκων, η αλήθεια είναι ότι μου άρεσε πιο πολύ, είχε μια αίγλη βρε παιδί μου.

 

Η χώρα μας μπήκε στην Κοινότητα και τα βάσανά μας μεγάλωσαν. Έπρεπε να κάνουμε ότι και οι άλλοι έξω, δύσκολα πράγματα, εμείς αλλιώς μαθημένοι, αλλά κουτσοπορευτήκαμε με τον πατριωτισμό μερικών και τα «ωχ αδελφέ» άλλων.

 

Στο πέρασμα των χρόνων ανέπτυξα μια θεωρία η οποία με έκανε να συγχωρώ και να δικαιολογώ τους ανθρώπους. Ο άνθρωπος δουλεύει για 3 λόγους. Ο πρώτος είναι ο φόβος (βλέπε δούλους στην αρχαιότητα), ο δεύτερος είναι το ρημάδι το χρήμα και ο τρίτος είναι το φιλότιμο. Στο δημόσιο μόνο ο τρίτος μετράει. Με αυτό πορεύτηκα και ήμουν ήρεμη (εδώ που τα λέμε, αναίσθητη για πολλούς, αλλά δεν πειράζει).

 

Μεγαλώσαμε τα παιδιά μας, σημείο αναφοράς της ζωής μας για όλους, μπήκαν στα Πανεπιστήμια, πανηγύρια και χαρές, μετά όλα μαζί έψαχναν για δουλειές αλλά ο Θεός είναι μεγάλος και ο καθένας βρίσκει το δρόμο του.

 

Ξέχασα να σας πω πως σιγά-σιγά αποκτήσαμε computer και γεμίσαμε ποντίκια.

 

Στο πέρασμα των χρόνων με θλίψη θυμάμαι φίλους-φίλες, καλά παιδιά όλα τους, να φεύγουν για πάντα από κοντά μας.

 

Γιατί τα γράφω όλα αυτά δεν ξέρω, αφού πάντα ο μικρόκοσμος της δουλειάς θα είναι στο μυαλό μου. Δεν ξέρω.... Βλέπω τα νέα παιδιά άξια, έξυπνα, με καλές σπουδές, με όρεξη και μου θυμίζουν τα νιάτα μου, ή μάλλον τα πρώτα μου νιάτα γιατί και τώρα νέα είμαι αν και γιαγιά και με πιάνουν οι αναπολήσεις και οι ευαισθησίες.

 

Η ελευθερία είναι κοντά, αλλά πως θα είναι η ζωή όταν το κεφάλαιο ΓΡΑΦΕΙΟ κλείσει δεν ξέρω, αλλά έχει ο Θεός. Πάντως ένα είναι σίγουρο, ότι όταν οι νέοι θα παίρνουν σύνταξη σε 30 χρόνια, εμείς θα έχουμε το ευρύχωρο συννεφάκι μας και θα χαιρόμαστε από εκεί ψηλά.

 

Όλα καλά. Αυτό λέγεται ζωή.....

Μαρία Σοφικίτου